Είναι Κυριακή βράδυ και το τηλέφωνό μου χτυπάει από έναν άγνωστο αριθμό. «Στο σπίτι των γονιών σας, στην οδό Ιωνίας, χτυπάει ο συναγερμός και έχουμε ένδειξη για παραβίαση της κεντρικής εισόδου», με ενημερώνει μια φωνή και παγώνω. Μέσα στον...
αιφνιδιασμό μου θυμάμαι ότι οι γονείς μου έχουν βγει έξω με ένα φιλικό τους ζευγάρι και ψιλοηρεμώ. «Δεν σηκώνουν τα τηλέφωνά τους, γι' αυτό καλέσαμε εσάς, αλλά έχουμε ήδη ειδοποιήσει την αστυνομία», με προλαβαίνει ο υπάλληλος της εταιρείας security.
Ελπίζοντας την όλη αναστάτωση να έχει προκαλέσει ο... Τσούφης, δηλαδή ο μικροσκοπικός, αλλά δαιμόνιος σκύλος τους, ο οποίος πιθανώς «διέγειρε» κάποιο ραντάρ, μπαίνω στο αυτοκίνητο. Μένω κοντά τους, σε 5 λεπτά θα ήμουν εκεί.
Στρίβοντας στην Ιωνίας, δύο μπλε φώτα ήδη αναβόσβηναν έξω από το σπίτι. Η έκπληξή μου για την ταχύτητα αντίδρασης της αστυνομίας γίνεται ακόμη μεγαλύτερη, όταν 4 άνδρες «ξεπεζεύουν» από τις μηχανές τους. Ηταν όλοι σχεδόν δίμετροι και με τον εξοπλισμό τους -αλεξίσφαιρα, γάντια, κράνη, μπότες κ.λπ.- με έκαναν μέσα στο σκοτάδι να αισθάνομαι... νάνος. Τους δείχνω την ταυτότητά μου και μου δίνουν εντολή να ξεκλειδώσω την πόρτα του σπιτιού. Καθώς δεν υπήρχε παραβίαση και έχω πλέον πειστεί ότι ο σκύλος ήταν ο... κλέφτης, θέλησα να μπω πρώτος. «Τι κάνετε; Εσείς μείνετε εδώ», μου φωνάζει ο ένας σπρώχνοντάς με πίσω και με τον συνάδελφό του πραγματικά μπουκάρουν στο σπίτι. Ο πρώτος τρέχει καλυπτόμενος από τα έπιπλα στο σαλόνι και ο άλλος μού ζητεί να τον οδηγήσω γρήγορα στη δεύτερη είσοδο. «Καλυφθείτε πίσω μου και ανοίξτε όλα τα φώτα», μου λέει. Ο αιφνιδιαστικός τρόπος που άνοιγε τις πόρτες, ήλεγχε τα παράθυρα και ακροβολιζόταν στις γωνίες, με έκανε προς στιγμήν να αισθανθώ ότι μετέχω σε αμερικανική ταινία. Ξαφνικά συνειδητοποιώ ότι και ο τρίτος αστυνομικός βρισκόταν ήδη στην κουζίνα, ενώ ο τέταρτος ήλεγχε εξωτερικά το σπίτι με ένα φακό.
Για να μην τα πολυλογώ, η ομάδα των τεσσάρων όχι μόνον με εξέπληξε για την άρτια κατάρτιση και τον επαγγελματισμό της, αλλά με βοήθησε μέχρι και να πιάσουμε τον Τσούφη, που από την τρομάρα του έγινε Λούης. Ήταν τόσο μεγάλη και η δική μου σαστιμάρα από τον τρόπο που ενήργησαν, που δεν πρόλαβα καν να τους ευχαριστήσω και αισθάνομαι υποχρεωμένος να το κάνω σήμερα.
ΥΓ.: Το παρόν σημείωμα είναι αφιερωμένο στη μνήμη των δύο συναδέλφων τους από την ομάδα ΔΙΑΣ που έχασαν προσφάτως τη ζωή τους, σε ηλικία 20 και 22 ετών. Είναι δε και μια προτροπή σε όλους μας να εμπιστευθούμε και να αναγνωρίσουμε επιτέλους την εξαιρετική αυτή δύναμη, που ενισχύει και μόνον με την παρουσία της το αίσθημα ασφάλειας στην πόλη. Διότι είμαι βέβαιος ότι, αν οι κλέφτες ήταν κάπου εκεί κοντά την Κυριακή και έβλεπαν τους τέσσερις της ΔΙΑΣ, θα ματαίωναν τη διάρρηξη στο σπίτι. Και όχι από φόβο στον Τσούφη...
Του Κωνσταντίνου Ζούλα