Σας έχει τύχει να αισθανθείτε φρικτά από κάποιον πωλητή που αμφισβήτησε τη δυνατότητά σας να αγοράσετε ένα προϊόν του; Δεν θα το πιστέψετε, αλλά μου συνέβη προχθές με τον Μπομπ τον Σφουγγαράκη!
Στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος» υπάρχει ένα...
και μοναδικό μαγαζί που πουλάει λουλούδια και μπαλόνια για τους «ξεχασιάρηδες» της τελευταίας στιγμής. Εξ ου και οι τιμές του είναι τσιμπημένες. Αυτό, βέβαια, δεν το γνώριζε η 19μηνη κόρη μου, που διέκρινε ανάμεσα στα μπαλόνια τον Μπομπ και άρχισε να τον... φωνάζει. Καθώς το αντίστοιχο μπαλόνι στο υπνοδωμάτιό της έχει απολέσει την ικανότητά του να ίπταται (κάτι που την ενθουσιάζει), είπα να το αντικαταστήσω. Ε, λοιπόν, πόσο πιστεύετε ότι κοστίζει στο αεροδρόμιο το μπαλόνι του Σφουγγαράκη; Δεν ξέρω αν είμαι υπερβολικός, αλλά το μόνο που κατόρθωσα να ψελλίσω όταν άκουσα την τιμή ήταν να την επαναλάβω. «10 ευρώ ένα μπαλόνι;», ρώτησα, για να λάβω ως απάντηση ένα άκρως ειρωνικό βλέμμα της υπαλλήλου, που μετεβλήθη σε απαξιωτικό όταν την ενημέρωσα ότι το ίδιο ακριβώς μπαλόνι το αγόρασα 4 ευρώ προ μηνός σε μια παιδική χαρά.
Έφυγα οργισμένος με τον εαυτό μου, γιατί δεν της είπα το αυτονόητο. Ότι, μεσούσης της κρίσης, εκείνη θα έπρεπε να ντρέπεται που ζητάει 10 ευρώ για ένα μπαλόνι και όχι εγώ που αρνήθηκα να τα πληρώσω. Διότι, όσο ψηλό κι αν είναι το ενοίκιο του μαγαζιού, είναι προφανές ότι ο ιδιοκτήτης του εκμεταλλεύεται σκανδαλωδώς την αποκλειστικότητά του στο αεροδρόμιο, χωρίς καν να τον απασχολεί ότι θα είχε ίσως τον ίδιο τζίρο αν μείωνε το περιθώριο κέρδους του στο 500 από 1.000%, και πουλώντας διπλάσια μπαλόνια κάθε μέρα.
Ο εν λόγω επιχειρηματίας αποτέλεσε, βέβαια, μόνον την αφορμή για μια γενικότερη σκέψη. Διότι, όσο η κρίση βαθαίνει, τόσο και περισσότεροι συνειδητοποιούμε ότι από την έλευση του ευρώ, το 2002, χάσαμε εντελώς την αξία του χρήματος. Θυμάται, άραγε, κανείς πόσο έκανε ένα μπαλόνι μόλις προ δεκαετίας; 100, 300, 500 δραχμές; Πώς, διάβολο, έφτασε να πωλείται σήμερα 3.475 δραχμές; Τι άλλο εκτίναξε την τιμή του, αν όχι η πρωτοφανής στρέβλωση της ελληνικής αγοράς, που επέφερε η συλλογική μας απληστία να γίνουμε οι πλουσιότεροι και ακριβότεροι της Ευρώπης, ακόμη και με δανεικά χρήματα;
Προφανώς, οι τιμές πρέπει να καθορίζονται από την προσφορά και τη ζήτηση. Αλλά γι' αυτόν ακριβώς το λόγο προκαλεί τεράστια εντύπωση ότι κάποιοι εξακολουθούν να «λειτουργούν» ωσάν να ζουν σε άλλο χρόνο ή σε άλλη χώρα. Κι επειδή δεν είναι λίγοι, έχω την πεποίθηση ότι ήδη κυοφορείται ένα πραγματικά μαζικό κίνημα πολιτών που θα προτάξει το σύνθημα «δεν πληρώνω, γιατί δεν είμαι πια κορόιδο». Όσοι δεν το αντιλαμβάνονται, θα έχουν πολύ σύντομα την τύχη του τελευταίου Μπομπ της κόρης μου, ο οποίος από το ταβάνι που πετούσε ανέμελος, κείτεται ήδη στο πάτωμα και μάλιστα σε αθλία κατάσταση...
Toυ Κωνσταντίνου Ζούλα